Δεύτερες ζωές, ή και όσες χρειαστεί μέχρι την τελική νίκη. Ο Δημήτρης Γκιούλος γράφει για τις Δεύτερες Ζωές







Δεύτερες ζωές, ή και όσες χρειαστεί μέχρι την τελική νίκη










Ας ξεκινήσουμε με μια παραδοχή. Δεν υπήρχε πιθανότητα να διάβαζα αυτό το μυθιστόρημα, αν η Κατερινά Σαμψώνα δεν ήταν φίλη μου.


Πρόκειται για ένα ξεχωριστό μυθιστόρημα που μιλά για τη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής σε ένα ταξίδι που ανατρέπει ζωές και αποδεικνύει περίτρανα πως κάθε τέλος σηματοδοτεί μια καινούρια αρχή. Συγκεκριμένα, σε μια εποχή που ο ρόλος της γυναίκας είναι περιορισμένος, δύο γυναίκες κατορθώνουν να ξεχωρίσουν, πληρώνοντας σκληρό αντίτιμο. Μαριω και Ειρήνη, μάνα και κόρη. Κεφαλλονιά, αρχές του 20 ου αιώνα. Έρωτες, απώλειες, ελπίδες και απογοητεύσεις. Ξεχωρίζει η Ειρήνη που αντιλαμβάνεται πως ανεξάρτητα από τους ανθρώπινους σχεδιασμούς, η ζωή ακολουθεί τη δική της αυτόνομη πορεία, πέρα από συμβάσεις και δεδομένα.



Έτσι αυτο-παρουσιάζεται το βιβλίο στο οπισθόφυλλό του, όπου και μοιάζει να υιοθετεί από μόνο του ή για να το πω διαφορετικά, να διαλέγει την πλευρά εκείνη της λογοτεχνίας που στερείται περιεχομένου και που προορίζεται για μαζική, ανέξοδη κατανάλωση, χωρίς περαιτέρω προβληματισμούς, ίσως μόνο, λίγο πριν μας πάρει ο ύπνος.


Παρόλα αυτά, έχοντας διαβάσει κομμάτια του ενόσω γραφόταν, ο δικός μου προβληματισμός ξύπνησε. Τι μπορεί να άλλαξε σε σχέση με το προσχέδιο που εγώ διάβασα, τι κατεύθυνση πήρε στην πορεία του (μέσω του εκδοτικού) στο τυπογραφείο; Συνέβη όντως κάτι τέτοιο ή είναι μια εσφαλμένη εντύπωση που μπορεί κάποιος να αποκομίσει από μια άστοχη επιλογή στο οπισθόφυλλο;


Και ανοίγεις την πρώτη σελίδα και αρχίζεις. Γλώσσα απλή, καθημερινή, χωρίς βάναυσο βασανισμό επιθέτων και άνευ ουσίας εντυπωσιασμούς, κυλά απλά χωρίς να ταλαιπωρεί τον αναγνώστη. Ο σκελετός της ιστορίας, είναι αυτός που περιγράφεται φυσικά στο οπισθόφυλλο, μα δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας σκελετός. Η Σαμψώνα πιάνει την πένα της και στέκεται φρουρός στις ηρωίδες της,. Η γραφή της ακολουθεί τις σκέψεις τους, δεν επιδιώκει την αυτοπροβολή της με φτηνά λογοτεχνικά τεχνάσματα, αντιθέτως σέβεται τη ζωή και τον ρόλο κάθε ήρωα ξεχωριστά, αλλά και όλους μαζί σαν σώμα, επιτρέποντας τους να μιλήσουν με τις δικές τους λέξεις, άλλωστε δικιά τους είναι και η ιστορία.

Η ιστορία που παρουσιάζεται λοιπόν στο βιβλίο, είναι η ιστορία της καθημερινής ζωής γυναικών. Ιστορία που έχει αποσιωπηθεί από τα βιβλία ιστορίας και από της μεγάλες εθνικές αφηγήσεις. Υπάρχει παντελής σχεδόν έλλειψης της ιστορικής συγκυρίας κατά τη χρονική διάρκεια που διαδραματίζεται το βιβλίο, το ιστορικό συγκείμενο σκιαγραφείται ελάχιστα μέσα από την αναφορά στο κλίμα και στα έθιμα της εποχής που, για τον ελλαδικό χώρο παρέμειναν αναλλοίωτα για το μεγαλύτερο μέρος του 20ου αιώνα. Είναι λες και οι ήρωες του βιβλίου κινούνται ταυτόχρονα μέσα και έξω από το χρόνο και αυτό μοιάζει να είναι επιλογή της συγγραφέως.


Αυτή ακριβώς και η σχέση του βιβλίου με τον χρόνο, τον κάνει κυλάει αργά και έρχεται σε αντιδιαστολή με το σύγχρονο βίωμα, οι ήρωες υπομένουν και επιμένουν, παραμένουν στάσιμοι για διάρκειες που σήμερα μας φαίνονται αδιανόητες.


Ο διάχυτος σεξισμός και το πέπλο της πατριαρχίας είναι παρόν ακόμα και εκεί που θα έπρεπε να εκλείπουν. Αξίωμα του βιβλίου φαίνεται να είναι ο έρωτας, συναίσθημα οικουμενικό για όλες και όλους. Το βίωμα του ξεπερνά τα προσωπικά όρια και αναπαράγεται αυτούσιο. Οι ερωτευμένοι αλληλοναγνωριζονται, καταλαβαίνουν ο ένας τον άλλον. Ο έρωτας σαν το πανανθρώπινο και το πιο ανθρώπινο ταυτόχρονα, σε έναν κόσμο που συνεχώς ψάχνει να ορθοποδήσει με μοναδικό του εμπόδιο την κοινωνική τάξη. Χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος που ερωτεύονται οι άνδρες χαρακτήρες, οι οποίο στην πλειοψηφία τους εντυπωσιάζονται επιφανειακά, πεζά μέσα από τη ομορφιά των γυναικών την οποία αντιλαμβάνονται σαν πρόκληση, κενό έδαφος για κατάκτηση. Τα θύματά τους αρχικά, μαγεύονται από την κυνηγετική διαδικασία, το αντρικό βλέμμα προκαλεί την γυναικεία έλξη - ίσως και τον γάμο.


Τι είναι αυτό όμως που κάνει έναν άνθρωπο να μας αφηγηθεί μια ιστορία που συνέβη κοντά έναν αιώνα πριν; Τι είναι αυτό που σήμερα την καθιστά επίκαιρη, σε μια Ευρώπη που προτάσσει την ισότητα των δύο φύλων, σε έναν κόσμο που διατείνεται πως γκρεμίζει τα τελευταία εναπομείναντα φράγματα μεταξύ των ανθρώπων, που εξαφανίζει τις ανισότητες; Είναι αυτή ακριβώς η ψευδαίσθηση πως συμβαίνει κάτι τέτοιο. Σε μια εποχή που μιλάμε για παγκόσμιες μέρες γυναικών, αλλά την ίδια στιγμή μετράμε θύματα που έπεσαν υπέρ της πατριαρχίας, σε έναν κόσμο που μιλά για ανοικτά σύνορα, αλλά ταυτόχρονα χτίζονται κι άλλα τείχη, σε ένα κόσμο που το προνόμιο για κάποιους είναι το πιο ισχυρό τους όπλο, είναι ίσως απαραίτητο να γυρίσουμε πίσω (ακόμα και έναν αιώνα) και να πούμε, ε, δεν άλλαξαν και τόσα πολλά, ο αγώνας είναι ακόμα στην αρχή και τίποτα δεν κρίθηκε ακόμα και η ιστορία, (όπως και) αυτή του βιβλίου, δεν έχει τέλος, αν δεν υπάρξει δικαίωση.

Εν κατακλείδι και όσο πιο αποστασιοποιημένα μπορώ, οι ηρωίδες της Κατερίνας, μοιάζουν να κουβαλάνε τη θνητότητα της πέννας που της γέννησε, να κουβαλάνε όμως και την ίδια λαχτάρα για ζωή. Δεν γεννιούνται από την μεριά των προνομιούχων, μα αυτό δε σημαίνει πως θα σταματήσουν να μάχονται, δίνοντάς μας ένα μάθημα που καθόλου ανέξοδο, μήτε και ελαφρύ είναι.


Δημήτρης Γκιούλος
Συγγραφέας

Σχόλια