Σάρκα από τη σάρκα μου




Από μικρό παιδί άκουγα ιστορίες για εκείνη τη γυναίκα που δεν είχε αφήσει κομμάτι σάρκας πάνω της. 
Μύθος η γυναίκα εκείνη και όλοι απέφευγαν να αναφέρουν το όνομά της. Ένα αποτρεπτικό νεύμα του χεριού, το δάγκωμα των χειλιών, το σταυροκόπημα, ήταν αρκετά για να σταματήσει η όποια συζήτηση για την ύπαρξη εκείνη που στο τέλος κατέληξε να μην έχει εκατοστού δέρματος.

 - τη ψυχή της χάριζε, λες και τα δαιμόνια χόρευαν πάνω στο κορμί της μέχρι που χάθηκε στη χαράδρα, είχε πει ο γηραιότερος του χωριού και ήπιε με μιας το τσίπουρο που είχε μπροστά του. 

Όλοι ήξεραν αλλά κανείς δεν μιλούσε. Μόνο ένα πρωί την είδα, κάτω από το δέντρο στη ρίζα της χαράδρας. Με κοιτούσε και γελούσε. Ντυμένη στα λευκά μου έκανε νόημα να πάω κοντά της. Ο γηραιότερος όμως με συγκράτησε.

 - Πριν 30 χρόνια την βρήκαμε τσακισμένη κάτω από εκείνο το δέντρο. Έλλειπαν τα ρούχα της...το θυμάμαι σαν να είναι τώρα. Τον πρώτο χρόνο μετά τον θάνατό της, την βρήκα να κάθεται κάτω από το δέντρο. Τρόμαξα, έτρεξα  πίσω στο χωριό... όλοι γελούσαν. Τους έφερα εδώ, αλλά κανείς δε μπορούσε να τη δει παρά μόνο εγώ. Νόμιζα ότι είχα χάσει τα λογικά μου μέχρι που ήρθες εσύ. Την έβλεπα τα βράδια να περπατάει στο χωριό, αλλά μόνο σε ένα σπίτι στάθηκε για ώρα. Στο δικό σου.

 Ένας πόνος στη κοιλιά με έκανε να διπλωθώ στα δύο, πόνος και κάψιμο μαζί.Έπεσα στο χώμα και φώναζα στον γηραιότερο να σηκώσει τη μπλούζα μου, να κάνει κάτι για να σταματήσει το μαρτύριο μου. Εκείνη φάνηκε πίσω του, χαμογελαστή, με τα χέρια της γεμάτα αίματα και τα δάχτυλά της μπλεγμένα σε ένα κομμάτι σάρκα. Ήταν αργά πια.


Κατερίνα Σαμψώνα

Σχόλια