Τα μαύρα μολύβια της Διεθνούς Έκθεσης της Θεσσαλονίκης και η βιτρίνα των βιβλίων. Δύο συγγραφείς, μία ποιήτρια και ένας εκδότης διηγούνται



Τα μαύρα μολύβια της Διεθνούς Έκθεσης της Θεσσαλονίκης και η βιτρίνα των βιβλίων.
Δύο συγγραφείς, μία ποιήτρια και ένας εκδότης διηγούνται.

Δύο περίπτερα, 285 εκδότες από την Ελλάδα και το εξωτερικό όπως ανέφερε και το δελτίο τύπου της διοργάνωσης. Τα stands στήθηκαν, τα βιβλία τοποθετήθηκαν, οι πόρτες άνοιξαν και η γιορτή ξεκίνησε με όχι τόσο κόσμο όσο περίμεναν αλλά με πληθώρα βιβλίων και εκδοτικών οίκων. Κάποιους από τους εκδοτικούς δεν τους γνώριζα και κοιτάζοντας των αριθμό των βιβλίων τους εντυπωσιάστηκα (όχι πάντα ευχάριστα) με τη θεματολογία τους. Τα μαύρα μολύβια έχουν να  κάνουν με την προώθηση της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος, μαζί με μαύρους σελιδοδείκτες. Ομολογώ ότι μου τράβηξαν το ενδιαφέρον.

Παρουσιάσεις η μία πάνω στην άλλη, αναλύσεις που όσο και να ήθελες δε μπορούσες να τις προλάβεις. Συναντήσεις συγγραφέων, φίλων , εκδοτών, που η αγάπη για το βιβλίο τους έφερε κοντά αλλά και οι δημόσιες σχέσεις. Εξαρτάται πως βλέπει κανείς τα πράγματα.

Όπως και να έχει, κάθε μεγάλη γιορτή έχει τα καλά και τα κακά της. Λίγες οι μέρες, συμπυκνωμένο το πρόγραμμα, ελλιπής η ενημέρωση και η προώθηση της Έκθεσης (πολλοί από τους Θεσσαλονικείς έδειξαν άγνοια για το γεγονός) και ο πωλητής της Σχεδίας στην είσοδο της έκθεσης που  δεν έτυχε ιδιαίτερης εκτίμησης . Στα θετικά, η συνύπαρξη με τα βιβλία.

Από την έκθεση, εκτός από τις σακούλες με τα βιβλία με τα οποία επέστρεψα, θα κρατήσω εκείνο το πρωινό που είδα τους γαλλόφωνους πρόσφυγες καλλιτέχνες από το Κονγκό, που βρίσκονται στο δήμο Βόλβης, να μπαίνουν στο χώρο με τα τελάρα και τα καβαλέτα τους, προκείμένου να παρουσιάσουν τα έργα τους , πίνακες, ποιήματα και μουσική.



Στην έκθεση συναντήθηκαν φίλοι και γνωστοί. Εγώ έπεσα πάνω σε έναν μικρό εκδότη, νέο στο χώρο, τον Σταμάτη Πάρχα με τον οποίο συνυπάρχουμε και στο metadeftero.gr, την ποιήτρια Σταυρούλα Γάτσου και δύο νέες συγγραφείς, την Ελένη Φυσέκη και τη Μιράντα Βατικιώτη, με τις οποίες πέρασα και αρκετές ώρες στην έκθεση. Συζητώντας μαζί τους και αφού καταλήξαμε σε προβληματισμούς για το βιβλίο, τις εκδόσεις αλλά και πως ο κόσμος αντιμετωπίζει πια τον γραπτό λόγο, τους ζήτησα να μου γράψουν δύο λόγια για την έκθεση, τι αίσθηση τους άφησαν οι μέρες που πέρασαν εκεί. 


Κατερίνα Σαμψώνα







Pictures from an Exhibition 
Σταμάτης Πάρχας

Δεν είμαι πολύν καιρό εκδότης, γύρω στα 2,5 χρόνια. Ξεκινήσαμε το φθινόπωρο του 2015 με αφορμή μία συλλογική έκδοση φίλων – μιας παρέας που είχαμε βρεθεί διαδικτυακά. Τα βιβλία που έχουμε εκδώσει από τότε τα βγάλαμε σε ένα κλίμα φιλικό, χειρωνακτικό, μέσα σε ένα περιβάλλον υπερπαραγωγής στην Ελλάδα. Το πρώτο μας αίτημα είναι να βρίσκουμε βιβλία – περιεχόμενο – άξια ανάγνωσης, που έχουν κάτι να μεταφέρουν σημαντικό στους αναγνώστες. Το δεύτερο – και ίσως πιο δύσκολο – αίτημά μας είναι να βρούμε τρόπους να πλησιάσουμε και να διευρύνουμε το αναγνωστικό κοινό για τους συγγραφείς μας. Οι παρουσιάσεις – που γίνονται πολλές –, τα βιβλιοπωλεία – που άλλες φορές φέρονται πιο ευμενώς, άλλες λιγότερο σε μάς τους μικρούς εκδότες.

Φέτος είπαμε να πάμε στην πρώτη μας έκθεση βιβλίου ever, και εγένετο Θεσσαλονίκη, 15η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου, ήρθαν παρέα δύο (όλες τις ημέρες) + δύο (πιο λίγο χρόνο) συγγραφείς μας, όλοι από Αθήνα εκδρομή. Δεν είχα ιδέα τι να περιμένουμε. Αυτό που βρήκαμε εκεί ήταν σαφώς πιο όμορφο και συγκροτημένο από ό,τι φανταζόμουν, πολλοί εκθέτες, μικροί, μεγάλοι, διακριτικά στημένα ακόμα και τα μεγάλα περίπτερα, θεματικές, Γαλλοφωνία, Κινέζοι, Ρώσοι, συγγραφείς αρκετοί, κριτικοί, παιδικά, παιδιά. Χάρηκα πολύ, έμοιαζε με παζάρι, η αγορά πιο πλήρης από απλώς να πωλούνται βιβλία, μία εικόνα πλουσιότερη, όπως φανταζόμαστε την αγορά εντός μας, αλλά συνήθως δεν τη βλέπουμε μπροστά μας.

Δεν είχαμε προγραμματίσει καμία παρουσίαση δικών μας βιβλίων. Εκ των υστέρων θα μπορούσαμε, αλλά πήγαμε πρώτη φορά μόνο να δούμε. Δεν είμαι σίγουρος αν οι ανοιχτοί χώροι παρουσιάσεων είναι προτιμότεροι ή όχι. Σίγουρα τραβάνε περαστικούς. Εμείς που το περίπτερό μας ήταν δίπλα σε έναν από αυτούς μπορεί και να ωφεληθήκαμε λίγο, από κόσμο που περνούσε κι από μας πριν ή μετά. Όμως άκουγα ομιλητές και συγγραφείς που πραγματικά δεν ήθελα καθόλου να ακούσω. Το βιβλίο είναι παράξενο είδος, πολύπλοκο. Όλοι στηρίζουμε το βιβλίο ως είδος, όμως στο περιεχόμενο είμαστε καμιά φορά η μέρα με τη νύχτα ως άνθρωποι. Εγώ ταιριάζω πολύ περισσότερο με κάποιους αναλφάβητους ανθρώπους παρά με κάποιους των γραμμάτων. Ωραία η αγορά, αλλά θα προτιμούσα πιο πολλή ησυχία ο ένας από τον άλλον – τις πιο κλειστές αίθουσες παρουσιάσεων. Μου αρέσει η «πλατεία», όμως τα βιβλία είναι σιγανόφωνα ως μέσα, όσο έντονες εικόνες, ιδέες κλπ να εμπεριέχουν.
Γνώρισα κάποιους ανθρώπους για τους οποίους χάρηκα πολύ, και περιμένω και δημιουργική συνέχεια με κάποιους. Είδα και παλιούς γνωστούς και φίλους. Εννοείται ότι τουχρόνου θα ξανανέβουμε.
Επαγγελματικά: Δεν πουλήσαμε (άγνωστοι και μικροί εμείς) πολλά βιβλία, πουλήσαμε όμως κάποια. Μας είδε όμως κόσμος, και εμάς και τα βιβλία μας, πολύτιμο αυτό. Είδαμε κι εμείς, και αυτό πολύτιμο. Δεν είδα βιβλιοπώλες να κοιτάζουν, να ξεφυλλίζουν, είναι ευκαιρία η έκθεση για όσους ψάχνουν τι βγαίνει και από μεγάλους και από μικρούς.
Ως εκθέτης όλα καλά. Θα προτιμούσα να λειτουργεί καλύτερα η σύνδεσή μας στο διαδίκτυο. Επίσης, μέσα σε αυτήν την τόσο μεγάλη ποικιλία εκδοτών και βιβλίων, θα ήθελα τις 12 ώρες κάθε μέρα που καθόμουν εκεί να υπήρχε και κάποια ποικιλία στα φαγητά που μπορούσαμε να βρούμε μέσα, όχι μόνο ένα light σουβλατζιδικοσαντουϊτσάδικο στην ουσία. Η ΔΕΘ ας αποφασίσει να το εκσυγχρονίσει αυτό, πολύ σημαντικό.

Σταμάτης Πάρχας - «μικρές εκδόσεις» - Μάης 2018


                                              




Ελένη Φυσέκη
Πρώτη φορά στην έκθεση



Θα μπορούσα να γράψω αρκετά για την 15η Έκθεση Βιβλίου, ειδικά αφού ήταν η πρώτη φορά που την επισκέφτηκα. Μέχρι και ένα χρόνο πριν απολάμβανα τις βόλτες μου στις διάφορες εκθέσεις της Αθήνας σαν αναγνώστρια, κάνοντας το περίπατο μου, χαζεύοντας τα περίπτερα περιμένοντας το κατάλληλο εξώφυλλο να μου κάνει «ΤΣΑ» και να με τραβήξει κοντά του. Τώρα, σαν συγγραφέας, τα πράγματα ήταν λίγο διαφορετικά. Βρέθηκα στην άλλη πλευρά του φράκτη, γνώρισα αρκετό κόσμο, εκδότες, δημοσιογράφους, αναγνώστες που από την πλευρά τους είχαν διαβάσει το βιβλίο μου. Όμορφα όλα αυτά, αλλά καθόλου πρωτότυπα ή μη αναμενόμενα. Το λιγότερο μη αναμενόμενο που μου συνέβη ίσως σε αυτή την έκθεση ήταν τα περίπτερα των άλλων χωρών. Κάποια με ενδιαφέρον κάποια όχι τόσο. Στο περίπτερο της Τουρκιάς λόγου χάρη, έδιναν δώρο ένα βιβλίο με διηγήματα. Όταν όμως με το που το ανοίγεις πέφτεις φάτσα φόρα σε ένα πορτραίτο του Ερντογαν και ένα κείμενο σε δύο γλώσσες, με τα κλασσικά κρεσεντάκια εθνικισμού, μια διάθεση να μην διαβάσεις τα διηγήματα σου έρχεται. Σε μένα τουλάχιστον. Απέναντι από το περίπτερο των Εκδόσεων Πικραμένος που κατοικοέδρευα τέσσερις μέρες ήταν το περίπτερο του Αζερμπαϊτζάν. Αν κάποιος γνωρίζει κάτι για τον πολιτισμό του Αζερμπαϊτζάν αυτός σίγουρα δεν είμαι εγώ. Το πρώτο βραδύ λοιπόν, σχετικά αργά είδαμε ένα λίγο περίεργο θέαμα. Κύριος να παίρνει ένα από όλα τα βιβλία και να τα βάζει άνετος στη τσάντα του. Κάποιος που τον παρατήρησε έγινε έξαλλος και του ζήτησε τον λόγο. Κόντεψε να γίνει καυγάς… Η άνετη απάντηση ήταν πως το συγκεκριμένο περίπτερο έδινε τα βιβλία δωρεάν. Είπαμε, για αυτό ήταν εκεί και τα περίπτερα, προώθηση του πολιτισμού της εκάστοτε χώρας. Well played Αζερμπαϊτζάν, να πούμε είναι πειρασμός τα δωρεάν βιβλία… Είχα τον πειρασμό απέναντι λοιπόν να μην πάω μια βόλτα; Αυτό έκανα φυσικά με αποτέλεσμα την επόμενη μέρα για να βρεθώ σε μια δίνη πολύ όμορφα εικονογραφημένων βιβλίων με εντελώς διαφορετική θεματολογία. Δε θα μπορούσα να πάρω όλα τα βιβλία όμως. Για κάποιο λόγο δεν μου φαινόταν σωστό. Είπα στον εαυτό μου θα διαλέξεις δύο, άντε τρία. Αυτά που είσαι σίγουρη πως θα διαβάσεις. Το ένα ήταν εύκολο. Μουσικά όργανα του Αζερμπαϊτζάν. Είμαι και μουσικός, που να μην ήμουνα, δεν γίνεται να ξεφύγεις από την κατάρα. Άσε που ανοίγοντας το βλέπεις τόσο καθαρά, για άλλη μια φορά πόσο η Ελλάδα δεν ανήκει εις την Δύσιν μουσικά, αλλά λίγο πιο… ανατολικά. Ούτι κι όχι μόνο στο δείχνουν ξεκάθαρα. Έπιασα κουβέντα με μια κοπελίτσα στο περίπτερο, στα αγγλικά, η οποία πολύ χαρούμενη άρχισε να μου εξηγεί τι ήταν το κάθε βιβλίο… Όταν έφτασε στην ποίηση σκέφτηκα πως δε προτιμήσω μάλλον (είμαι αρκετά πιο δύσκολη εκεί) αλλά της έκανα την ερώτηση αν είναι σύγχρονη ή μη. Και εκεί ήρθε το σοκ. Γυναίκα ποιήτρια του 12 αιώνα. Ωπα λέω. Αυτό μπορεί να έχει ενδιαφέρον. Mahsati Ganjavi το όνομα της (αν κι όχι το πραγματικό) . Τελικά επέλεξα τη βιογραφία της. Τη διαβάζω τώρα που γύρισα Αθήνα. Όσο γράφω αυτό το κείμενο δεν την έχω τελειώσει ακόμη. Δεν είμαι κριτικός λογοτεχνίας πόσο μάλλον κριτικός ποίησης οπότε δε θα γράψω τίποτα για την λογοτεχνική της αξία. Άλλωστε για μένα ουσία είχε που γνώρισα την συναρπαστική ζωή μιας γυναίκας τόσο διαφορετικής στη Μέση Ανατολή του 12 Αιώνα. Ποιήτρια, μουσικός , εξαιρετική σκακίστρια και άνθρωπος που τα έβαλε με τα κακώς κείμενα της εποχής μέχρι και το θρησκευτικό δογματισμό. Η ποίηση της (αυτή που κατάφερε να φτάσει σε μας μετά από τόσους αιώνες ) κυρίως ασχολείται με τον έρωτα. Στο βιβλίο που διαβάζω τώρα την παρομοιάζουν με τη Σαπφώ. Βεβαία έχει ένα λάθος το βιβλίο ως προς τις χρονολογίες, αλλά δε πειράζει δε θα τους το χρεώσω. Άλλοι έχουν γράψει άλλα κι άλλα. Κι αν με ρωτήσει κάποιος τι θα θυμάμαι σε μερικά χρόνια από τη 15η Διεθνή έκθεση βιβλίου τι θα θυμάμαι ξέρω τι θα πω. Ότι πήδηξα τον φράκτη και γνώρισα την Mahsati Ganjavi…



Η Ελένη Φυσέκη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε ηχοληψία στη Σχολή Κινηματογράφου Παπαντωνοπούλου.
Εργάζεται σε στούντιο ηχογράφησης ενώ στο παρελθόν έχει περάσει από πολλές μουσικές σκηνές, θέατρα, καθώς και μπουζούκια, στην Αθήνα και στην επαρχία. Στον ελεύθερο χρόνο της παίζει ντραμς με τους Lazytrains, μια μπλουζ μπάντα, έχοντας ως κύριο στόχο να περνά καλά, να πίνει τζάμπα μπίρες και να μαζεύει υλικό για το επόμενο βιβλίο της.
Το βιβλίο της, Το Φάλτσο Μικρόφωνο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις «Πικραμένος», 2017





15η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης 2018
Πέρα από τον ξύλινο λόγο

σταυρούλα γάτσου




Πρώτη φορά στα τελευταία χρόνια επίσκεψής μου στην έκθεση βιβλίου δεν κοίταξα καθόλου το πρόγραμμα παρά όταν μπήκα την πρώτη φορά την μέρα έναρξης.

Αποφάσισα ότι θα άφηνα την τύχη και τη διαίσθηση να οδηγήσει τις ώρες που -τελικά αρκετές- πέρασα στην φετινή έκθεση βιβλίου. Θα ήταν ανώφελο να διαλέξει για να μιλήσει κανείς για τις επιμέρους παρουσιάσεις γιατί ήταν πολλές και σημαντικά ενδιαφέρουσες κάποιες με συγγραφείς προσωπικότητες να ομιλούν και να συζητούν απευθείας με το φιλότεχνο κοινό και τους ανθρώπους του βιβλίου. Προσωπικά στο πεδίο του ενδιαφέροντός μου νιώθω γεμάτη και το κομοδίνο μου το ξέρει επίσης γιατί.
Να κάνουμε μια ιδιαίτερη μνεία με αυτήν την αφορμή στα μικρά βιβλιοπωλεία και συχνά εκδοτικούς οίκους που υπερασπίζονται με ιδιαίτερο θάρρος το βιβλίο στους χώρους τους καθώς και να σχολιάσουμε την παρουσία σημαντικών βιβλιοθηκών στα περίπτερα.



Θα ήθελα όμως να σταθώ στην παρουσία του πάτερ Φιλόθεου Φάρου το Σάββατο το βράδυ. Σας επισυνάπτω δυο φωτογραφίες.

                                                   





Για να θυμόμαστε πως η καρδιά και η ανάγκη για πράγματα πραγματικά, ανθρώπινα, καθημερινά, ουσιαστικά, αληθινά είναι αυτή που κινεί όλο το σώμα για να μεταφερθεί από ένα σημείο σε ένα άλλο. 
Και για να παίρνουμε κουράγιο γιατί στην καινούργια εποχή που ζούμε τίποτε δεν πια όπως πριν. Ο χώρος για τον ξύλινο λόγο, ευτυχώς για όλους μας, μειώνεται, ακόμη και αν δεν πρόκειται να παρατήσει την μάχη απλά και εύκολα.





Η Σταυρούλα Γάτσου σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων, Διεθνές Εμπόριο και Παιδαγωγικά στην Γαλλία και στο Βέλγιο. Εργάστηκε για μια δεκαετία ως στέλεχος μάρκετινγκ και επικοινωνίας, ενώ τα τελευταία χρόνια ειδικεύεται στην φροντίδα και υποστήριξη ευπαθών ομάδων. Το 2014, παρουσίασε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Το Παγκάκι, ποιητικό θεατρικό σε τέσσερις πράξεις, στα πλαίσια της δράσης Νέων Ελλήνων Συνθετών και Ποιητών. Το 2017, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη η δεύτερη ποιητική της συλλογή Πάσα γη πάθος. Τα τελευταία δέκα χρόνια δραστηριοποιείται ενεργά στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ οργανώνει δράσεις συνάντησης ποίησης και ευρύτερου κοινού με τη συνεργασία φορέων και ανθρώπων της τέχνης υπό τον τίτλο “ποίηση στα πεζοδρόμια”.





Μία, δύο, σκέψεις για την 15η  ΔΕΘΒ
Μιράντα Βατικιώτη

Το ότι γράφω και σβήνω εδώ και ώρα προκειμένου να κάνω τον δικό μου προσωπικό απολογισμό για την 15η Δ.Ε.Β.Θ. υπονοεί μια πληθωρική συγκέντρωση πληροφορίας, η οποία δεν μπορεί να αποτυπωθεί στο χαρτί εύκολα ή, μάλλον, για την ακρίβεια, δεν μπορεί να αποτυπωθεί συνοπτικά. Καθώς αγαπώ τις παραβολές και τους παραλληλισμούς, θα πω ότι η εμπειρία της φετινής έκθεσης μου θύμισε την εμπειρία από το Φεστιβάλ της Αβινιόν. Το μεγαλύτερο Φεστιβάλ θεάτρου του πλανήτη, τόσο όσον αφορά τη φήμη και το μνημειακό χαρακτήρα του (ξεκίνησε το 1947 και μέχρι σήμερα μόνο μία χρονιά δεν έγινε, κι αυτό λόγω της απεργίας που κηρύχτηκε από τους επαγγελματίες του θεάτρου) όσο και από άποψη μεγέθους. Το Φεστιβάλ της Αβινιόν διαρκεί περίπου τρεις εβδομάδες και παίζονται ημερησίως γύρω στις 1000 παραστάσεις. Παράλληλα, γίνονται ομιλίες, αφιερώματα, εκθέσεις, εργαστήρια. Όλα αυτά στριμωγμένα στη μικρούλα πόλη της Αβινιόν. Εκείνο που τελικά εντυπωσιάζει στην όλη θεαματική και ογκώδη διοργάνωση είναι πως ποτέ δεν πρόκειται να χάσεις τον προσανατολισμό σου. Ποιος ταξιδεύει στην όμορφη Αβινιόν για να δει 1000 παραστάσεις σε 3 βδομάδες; Κανείς. Πηγαίνεις εκεί για να συναντήσεις ό,τι σε ενδιαφέρει, ό,τι σου κινεί το ενδιαφέρον, ότι θα σε κάνει πιο πλούσιο/α ή θα σου λύσει απορίες, ό,τι θα μπορέσει να σε ταξιδέψει μακριά από τη Γαλλία, ή την Ευρώπη ή τη Γη, πηγαίνεις εκεί για να συγχρωτιστείς με τον γεμάτο όρεξη κόσμο, να αφουγκραστείς τις νέες τάσεις που αναδύονται από τους καλλιτεχνικούς κύκλους και να αποχαιρετίσεις εκείνες που φεύγουν, να μοιραστείς, να μοιράσεις, να δεις, να ακούσεις, να επιτρέψεις στην αντίληψή σου να μετατοπιστεί ή να βρει φίλους/ες. Το Φεστιβάλ της Αβινιόν είναι τόσο μεγάλο που δεν θα σε προδώσει ποτέ. Το ίδιο αισθάνθηκα και φέτος στην Έκθεση – δεν με πρόδωσε ούτε για μια στιγμή. Και πολλές στιγμές κοντοστάθηκα και ένιωσα με σαφήνεια το πόσο η αίσθηση του να κυκλοφορώ μέσα στα περίπτερα της Έκθεσης έμοιαζε με την αίσθηση του Φεστιβάλ της Αβινιόν. Αυτό που μπορώ να αναφέρω ως απολογισμό από τη 15η Δ.Ε.Β.Θ. είναι ένα σύννεφο από συζητήσεις, ζυμώσεις, παρουσιάσεις βιβλίων και ιδεών, αφορισμούς και χάχανα πίσω από τους πάγκους με τα βιβλία, εκδηλώσεις πάντα γεμάτες κόσμο, όλοι και όλες με μια εκρηκτική διάθεση για μοίρασμα και συντροφικότητα. Εντυπωσιακό. Και εξαιρετικά αισιόδοξο. Κλείνω λέγοντας πως δύο πολύ σημαντικές στιγμές για μένα ήταν το Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών που εξερράγη και γέμισε χρώματα όλο το περίπτερο 15 και η εκδήλωση “Φονικά Βιβλία” που αποδείχτηκε φονικότερη και πιο ζωντανή κι από εμάς τους ίδιους. Από ‘κεί και πέρα πρόσωπα και ιδέες. Με ψυχραιμία περιμένουμε την 16η Έκθεση. Δεν έμεινε πολύ. Τι είναι ένας χρόνος.



Η Μιράντα Βατικιώτη γεννήθηκε το 1982 στην Αθήνα. Σπούδασε Θεατρολογία στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας, επέστρεψε στην Αθήνα για μεταπτυχιακές σπουδές στη Φιλοσοφική Σχολή και από το 2014 είναι υποψήφια διδάκτωρ στη Σχολή Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
Η ενασχόλησή της με τη λογοτεχνία ξεκίνησε από πολύ μικρή ηλικία, και έκτοτε δεν σταμάτησε ποτέ.
Έχει εκδώσει το διήγημα μυστηρίου για παιδιά Μαγικό ρολόι στις εκδόσεις Κ.Μ. Ζαχαράκης, το οποίο προτάθηκε για Κρατικό Βραβείο Παιδικής Λογοτεχνίας (2006), το αστυνομικό μυθιστόρημα Οι τέσσερις εποχές του κυρίου Ανανία (Εκδόσεις «Πικραμένος», 2016) και το Το μυστικό του βασιλιά των γερανιών (Εκδόσεις «Πικραμένος», 2017)




Σχόλια