Βαγγέλης Ραπτόπουλος : .Eύχομαι να ξυπνήσει μέσα μας το λησμονημένο αίσθημα αλληλεγγύης και ανθρωπιάς και να αναγεννηθεί ο συλλογικός εαυτός μας..

                                                






Δημοσιεύτηκε στο TRIP #11







Συνέντευξη : Κατερίνα Σαμψώνα
Φωτογραφία: Πηνελόπη Μασουρη


...Eύχομαι να ξυπνήσει μέσα μας το λησμονημένο αίσθημα αλληλεγγύης και ανθρωπιάς και να αναγεννηθεί ο συλλογικός εαυτός μας..

 
Για 35 σχεδόν χρόνια συναντούμε τον Βαγγέλη Ραπτόπουλο στα ράφια των βιβλιοπωλείων. Η γραφή του έχει χαρακτηριστεί ωμή, προκλητική , αλλά κανείς δε μπορεί να αμφισβητήσει την ειλικρίνεια και την ευθύτητα των λέξεών του. Έχει φλέρτάρει και με τον κινηματογράφο ζωντανεύοντας έτσι τους ήρωες των βιβλίων του και στη μεγάλη οθόνη. Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος όμως, πάνω από όλα, διακατέχεται από έντονη πολιτκή σκέψη ( με την ουσιαστική έννοια του όρου) και έντονες κοινωνικές ανησυχίες.



 Έχετε διανύσει σχεδόν το 1/3 μιας ζωής γράφοντας. Τι θεωρείτε ότι έχει αλλάξει στο πέρασμα των χρόνων αυτών, όσον αφορά τον τρόπο που γράφετε, τα ερεθίσματα που δέχεστε και τα οποία καλείστε να τα αποτυπώσετε στο χαρτί;

 Ο τρόπος παραμένει ίδιος (και δεν εννοώ την αντικατάσταση της γραφομηχανής με τον υπολογιστή). Μια ιδέα που επιμένει και μετατρέπεται σταδιακά σε ιστορία, την οποία αποφασίζεις να γράψεις για να μη σε στοιχειώσει. Προηγείται πάντα κάτι σαν γενικευμένη δυσθυμία, η οποία, καθώς αρχίζεις να δουλεύεις, σου προσφέρει και πρωτοφανή απόλαυση, μαζί με τα όποια βάσανα. Κατά τα άλλα, εξακολουθώ να παλεύω για να εκφράσω τον εαυτό μου, και παράλληλα την κοινωνία και την εποχή μου.

 Κάποια από τα βιβλία σας, όπως «Ο εργένης» ή η «Λούλα» είχαν προκαλέσει αντιδράσεις, όχι μόνο για τη θεματολόγια, αλλά και για το ύφος της γραφής. Ο τρόπος συγγραφής ήταν κάτι που είχατε επιλέξει; Ή σας τον «επέβαλαν» οι ήρωες των βιβλίων;

 Δεν ήταν το «ύφος της γραφής», όπως ευγενικά το λέτε, αλλά οι βωμολοχίες και τα πορνογραφικά στοιχεία, αυτά που ενόχλησαν. Όπως το έθεσε κάποτε και ο Ανδρέας Εμπειρίκος: «Λόγω ελευθεροστομίας. Ενοχλούνται τα καλώς κείμενα ώτα». Εννοείται δε ότι οι επιλογές μου αυτές μού φάνηκαν επιβεβλημένες προκειμένου να αφηγηθώ τις συγκεκριμένες ιστορίες. Επρόκειτο για ένα είδος δημιουργικής παρόρμησης, που την ακολούθησα σκεπτόμενος ότι εξέφραζα έτσι και τον κοινωνικό ξεπεσμό όπου μας οδήγησε η απόλυτη κυριαρχία του χρήματος στα χρόνια της Φούσκας. Γιατί πορνό ήταν πρωτίστως η Ελλάδα εκείνης της εποχής, κάτι που ακόμα πληρώνουμε, με το να μην μπορούμε να αντιδράσουμε στα μέτρα λιτότητας και στις υπόλοιπες παρενέργειες της οικονομικής κρίσης.


 Η «Λούλα» πώς επανέρχεται μετά από 15 χρόνια στην εκδοτική ζωή σας;

 
 Όταν πρωτοκυκλοφόρησε το μυθιστόρημα, οι κριτικοί των συντηρητικών εφημερίδων το απέρριψαν ως «καθαρόαιμο πορνογράφημα». Όταν, όμως, το ξαναδιάβασα φέτος, στις αρχές του φθινοπώρου, στο πλαίσιο της επανέκδοσής του, μου φάνηκε πολύ λιγότερο πορνογραφικό. Προφανώς, στη δεκαπενταετία που μεσολάβησε, η παρακμή και η εκπόρνευση της κοινωνίας βάθυναν ακόμη περισσότερο, με αποτέλεσμα πράγματα που σκανδάλιζαν τότε, να μην ενοχλούν το ίδιο σήμερα. Κάτι ανάλογο μού είπαν και φίλες αναγνώστριες που ξαναδιάβασαν το βιβλίο μετά την πρόσφατη επανέκδοσή του. Τις εντυπωσίασε η δραματουργική πλευρά του και μου δήλωσαν ότι η ανάγνωση τους προκάλεσε ταραχή και αναστάτωση, συναισθηματική και ψυχική. Από κει και πέρα, η ομώνυμη ηρωίδα στη «Λούλα», που δεν μπορεί να φτάσει σε οργασμό, παραμένει η ίδια η κοινωνία, η οποία, έχοντας αναγάγει το χρήμα σε ύψιστη αξία, αδυνατεί να απολαύσει τη ζωή, και οδηγείται σε ψυχικό κενό.

 Θα θέλατε να δείτε τη μεταφορά της στον κινηματογράφο;

 Φυσικά και θα το ήθελα, αλλά αυτό δεν αρκεί. Η αλήθεια είναι ότι όλ’ αυτά τα χρόνια διάφοροι σκηνοθέτες ξεκίνησαν να κάνουν κάτι τέτοιο. Ο τελευταίος ήταν ο Γιώργος Λάνθιμος, με τον οποίο είχαμε δουλέψει για λίγο καιρό προσπαθώντας να διασκευάσουμε σε σενάριο ένα άλλο βιβλίο μου, «Τα τζιτζίκια». Κρίνοντας εκ των υστέρων, ασφαλώς, από τη γνωστή ταινία του, τον «Κυνόδοντα», λέω ότι ευτυχώς που δεν προχώρησε το πράγμα, ούτε με «Τα τζιτζίκια» ούτε με τη «Λούλα». Γιατί, όσο ενδιαφέρον κι αν παρουσιάζει ο «Κυνόδοντας», μια ανάλογη προσέγγιση στην περίπτωση των δικών μου βιβλίων θα ήταν ολέθρια. Από την άλλη, ίσως γύριζε κάτι εντελώς διαφορετικό ο Λάνθιμος, ποιος ξέρει. Επίσης, μια και το αναφέρατε, αυτές τις μέρες συζητώ με κάποιον σκηνοθέτη, που θέλει να διασκευάσει τη «Λούλα» για το θέατρο. Κατά κάποιον τρόπο, ποτέ δεν σταμάτησαν αυτές οι προτάσεις, και δεν αποκλείεται να ευοδωθούν κάποια στιγμή.

 Τα όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας θα μπορούσαν να αποτελέσουν την αφορφή για ένα βιβλίο;

 Ε, βέβαια, αυτό είναι ευνόητο, με τόσο δραματικές αλλαγές που βιώνουμε, με τόσο οδυνηρές συνέπειες που έχει η κρίση για την κοινωνία μας. Όμως, δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν επιλέγεις εσύ τα θέματα των βιβλίων σου. Στην πραγματικότητα, είναι τα θέματα που σε επιλέγουν. Επειδή ακριβώς δεν γράφουμε με τη συνειδητή μας πλευρά μόνο. Η δημιουργική διαδικασία χρειάζεται πρωτίστως τη συμμετοχή του ασυνειδήτου μας. Εκείνο παίζει τον πρωτεύοντα ρόλο, εκείνο δίνει την αρχική εντολή, εκείνο προσφέρει το θεμελιώδες σκίρτημα. Αλλιώς δεν πρόκειται για δημιουργία, αλλά για εκτέλεση μιας παραγγελίας, δηλαδή για μια συνταγή αποτυχίας.

 Κρίση. Πολλοί λένε ότι είναι πολιτική, κοινωνική, ηθική, ιδεολογική, οικονομική. Εσείς τι πιστεύετε;

Ισχύουν όλα όσα λέτε, μαζί και ταυτοχρόνως. Ωστόσο, η οικονομική όψη των πραγμάτων κυριαρχεί, όχι μόνο επειδή ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της χώρας κινδυνεύει πια να μην μπορεί να επιβιώσει. Αλλά επειδή η κρίση οφείλεται στην παντοδυναμία και στην πρωτοκαθεδρία του χρήματος στις ζωές μας όλα αυτά τα χρόνια, στην εμπορευματοποίηση των πάντων, στην εξαφάνιση κάθε άλλης αξίας από το προσκήνιο. Πρώτα κάναμε το χρήμα θεό μας και το λατρέψαμε σαν θρησκεία, υποτιμώντας κάθε τι άλλο, και μετά ήρθε η κρίση.

 Πως ερμηνεύετε το γεγονός, ότι δεν έχει γίνει κάτι δραστικό από τους πολίτες, απέναντι σε όλα όσα έχουν να αντιμετωπίσουν καθημερινά;

Δύο είναι οι βασικές αιτίες. Αφενός ο άκρατος ατομικισμός, με τον οποίο γαλουχηθήκαμε στα χρόνια της Φούσκας, και η συνεπαγόμενη εξαφάνιση οποιασδήποτε αίσθησης συλλογικότητας. Και αφετέρου ο ύπουλος ρόλος των ΜΜΕ, τα οποία χειραγωγούν τον κόσμο, επιβάλλοντάς του τη δική τους εικονική πραγματικότητα. Τα μέσα ενημέρωσης, λόγω της διαπλοκής τους με την οικονομική ελίτ της χώρας, πλασάρισαν την άποψη, κατορθώνοντας μέχρι τώρα να πείσουν τον λαό, ότι τα μέτρα λιτότητας είναι μονόδρομος και ότι κάθε άλλη επιλογή θα ήταν καταστροφική. Όμως, κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να κρατήσει για πάντα. Ήδη η καχυποψία του πληθυσμού απέναντί τους γιγαντώνεται.

Στις δύσκολες αυτές στιγμές, που όλα δοκιμάζονται, όπως η ελευθερία του Τύπου, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η αξιοπρέπια των πολιτών, η στροφή σε φαινόμενα όπως αυτό της Χ.Α., μήπως μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι συμπολίτες μας αρχίζουν να χάνουν τον δημοκρατικό τους χαρακτήρα;

 Δεν είναι μόνο οι πολίτες, ολόκληρη η κοινωνία χάνει τα δημοκρατικά χαρακτηριστικά της. Η πορεία προς όλο και πιο απολυταρχικές, ολιγαρχικές, αυταρχικές λύσεις και συμπεριφορές, ξεκινάει από όσους κατέχουν την εξουσία, και στη συνέχεια διαχέεται και στους «από κάτω». Η διαπλοκή των οικονομικών συμφερόντων με τους φορείς της εξουσίας, η ατιμωρησία των υπεύθυνων για θηριώδη οικονομικά σκάνδαλα, η καλπάζουσα διαφθορά του πολιτικού συστήματος και σχεδόν όλων των θεσμών – παρόμοια γεγονότα είναι που βοηθούν στην άνοδο της Χρυσής Αυγής περισσότερο από οτιδήποτε άλλο.

 Πώς πιστεύετε ότι θα εξελιχθεί το 2014 για την Ελλάδα;

Εάν κρίνουμε από τα μέχρι τώρα δεδομένα, η πρόβλεψη είναι εύκολη: τα πράγματα θα πάνε ακόμα χειρότερα. Όμως, η πραγματικότητα δεν εξελίσσεται ποτέ ευθύγραμμα. Εάν η κοινωνία, που δοκιμάζεται σκληρά από την άθλια διαχείριση της κρίσης εκ μέρους της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, κατορθώσει να ξεφύγει από την υπνωτιστική χειραγώγηση των μήντια, εάν ο χειμαζόμενος πληθυσμός μπορέσει να βγει από τη συλλογική κατάθλιψη και το μούδιασμα, και να αντιδράσει επιτέλους, τότε μόνο υπάρχει ελπίδα να δούμε καλύτερες μέρες. Αλλιώς, όσο η λαϊκή αντίδραση αργεί, φοβάμαι μήπως οδηγηθούμε σε αιματοκύλισμα.

 Και μία ευχή ή τουλάχιστον προσμονή για το 2014;

 Η ευχή μου είναι να βρουν πολιτική έκφραση η οργή και η δυσαρέσκεια του κόσμου που τώρα σιγοβράζουν, ώστε να αξιοποιηθούν δημιουργικά, προς όφελος της πλειοψηφίας. Εύχομαι ακόμη να ξυπνήσει μέσα μας το λησμονημένο αίσθημα αλληλεγγύης και ανθρωπιάς, και να αναγεννηθεί ο συλλογικός εαυτός μας. Πιστεύω ακράδαντα ότι κάτι τέτοιο θα γίνει αργά ή γρήγορα. Και μολονότι μάλλον είναι ακόμη νωρίς για να δούμε παρόμοια αποτελέσματα, επειδή ακριβώς ποτέ κανείς δεν ξέρει: ας ελπίσουμε ότι η επόμενη θα είναι η τυχερή μας χρονιά.



Σχόλια